Το πρώτο μυθιστόρημα της γενιάς των μπιτ
Είχα την εντύπωση ότι σε ολόκληρη την Αμερική, στις γωνίες των δρόμων, σε μπαρ και εστιατόρια, συνέβαιναν τέτοιοι ηλίθιοι καβγάδες. Σε ολόκληρη την Αμερική οι άνθρωποι έτριβαν τις περγαμηνές που μόλις είχαν βγάλει από την τσέπη στα μούτρα κάποιων άλλων για να αποδείξουν ότι κάπου έχουν πάει ή κάτι έχουν κάνει. Και σκέφτηκα πως κάποια στιγμή όλοι οι Αμερικανοί θα πεταχτούν ξαφνικά πάνω και θα πουν: «Εγώ δεν τις σηκώνω αυτές τις μαλακίες!» και θα αρχίσουν να σπρώχνονται και να βρίζονται και να πλακώνονται με όποιον βρουν μπροστά τους…
Ο τυχοδιώκτης Ράμσεϊ Άλεν, μέντορας και φίλος του ωραίου, κατά πολύ νεαρότερου, ποιητή Φίλιπ Τούριαν, φυτοζωεί σε μια ετερόκλητη «φοιτητική» παρέα αντρών και γυναικών όπου διασταυρώνονται και οι δύο αφηγητές του βιβλίου: ο Ουίλ Ντένισον, ένας μπάρμπαν χωμένος για τα καλά στον υπόκοσμο, που όμως την ημέρα δουλεύει σαν ντεντέκτιβ, και ο Μάικ Ράικο, ένας αλκοολικός ναυτικός. Οι σταθεροί φίλοι και οι περιστασιακές φίλες και γνωριμίες αυτής της ομάδας κοιμούνται οπουδήποτε (και με οποιονδήποτε), τρώνε οπουδήποτε, σκοτώνουν τον χρόνο τους οπουδήποτε, καταναλώνουν ατελείωτες ποσότητες αλκοόλ και ναρκωτικών – κι όλα αυτά εν μέσω πολέμου, στα 1944! Ο ομοφυλόφιλος Άλεν ασκεί τρομακτική, διαρκή πίεση στον νεαρό Φίλιπ, σε βαθμό που καταντάει τραγελαφική και ενοχλητική για όλη την παρέα. Ο Φίλιπ θέλοντας να γλιτώσει από τη φορτική προστατευτικότητα του Άλεν προσπαθεί απεγνωσμένα να μπαρκάρει με τον Μάικ για τη Γαλλία αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Σε μια ανύποπτη στιγμή, ο Φίλιπ συγκρούεται θανάσιμα με τον Άλεν…
Το μυθικό αυτό μυθιστόρημα, στο οποίο καταγράφονται για πρώτη φορά τα πιο γνωστά χαρακτηριστικά της μπιτ λογοτεχνίας, είναι μια ξέφρενη κατάβαση στα έγκατα των πιο τρελών εμμονών, της λαγνείας, των ναρκωτικών, του αλκοόλ, της τέχνης, και της αδυσώπητης μοναξιάς.
Το βιβλίο δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατο των συγγραφέων του,
μόλις πριν λίγους μήνες.
Επαναλαμβάνουμε εδώ ότι το βιβλίο συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά της μπιτ «on the road» λογοτεχνίας κι ας μη συμβαίνει παρά στα δρομάκια και τις λεωφόρους της Νέας Υόρκης της εποχής λίγο πριν το τέλος του πολέμου. Ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά: τα απίθανα επεισόδια που διαδέχονται καταιγιστικά το ένα το άλλο, οι συναντήσεις με τυχαίους ανθρώπους που διαπερνούν την πλοκή σαν αιφνίδιες αστραπές (ή εκλάμψεις στο μυαλό των αφηγητών/ηρώων), οι αργόσυρτες, δίχως φαινομενικά σοβαρό νόημα, τρελές/μεθυσμένες κουβέντες τής πάντα αργόσχολης παρέας που απολαμβάνει να επιβιώνει στην κόψη των πραγμάτων, η ελευθεριότητα (τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, οι ομοφυλοφιλικές ή και οι τριγωνικές σχέσεις) ενσωματωμένη φυσιολογικά στην κανονικότητα της ζωής, οι ακρότητες στα λόγια αλλά συχνά και στις πράξεις, το χιούμορ αναμιγμένο με τη θυμοσοφία σε ατέρμονες κουβέντες δίχως αρχή και τέλος – με δυο λόγια, όλα τα υφολογικά στοιχεία που διαποτίζουν εμβληματικά βιβλία της μπιτ όπως το On the road του Κέρουακ ή το Junky του Μπάροουζ.
Ο προσεκτικός αναγνώστης θα διαπιστώσει με ικανοποίηση ότι όλα αυτά σαφέστατα δοκιμάζονται με επιτυχία για πρώτη φορά στους Ιπποπόταμους. H ανάγνωση του βιβλίου πείθει ότι στη συνέχεια, μέσα από το κοινό εργαστήριο των Ιπποπόταμων και με τα ίδια υλικά, ο μεν Κέρουακ θα προχωρήσει πλάθοντας με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση το προσωπικό του σύμπαν της «οn the road» υπαρξιακής αγωνίας, ο δε Μπάροουζ, με μεγαλύτερη «τρέλα», θα ορίσει αντιστοίχως το δικό του σύμπαν, όπου πρωταγωνιστεί το συχνά ανατριχιαστικό, στην ανθρωπολογική του διάσταση, αέναο παιχνίδι με τον θάνατο.
Το μυθιστόρημα αυτό εμπεριέχει μια σαφή ειρωνεία: το αυθάδικο και ανατρεπτικό κίνημα των μπιτ στη λογοτεχνία είναι πλέον καταχωρημένο (και κατοχυρωμένο) ως λογοτεχνική σχολή με αδιαμφισβήτητη την επίδρασή του στην παγκόσμια λογοτεχνία. Ανήκει πλέον στον κλασικό κανόνα του εικοστού αιώνα. Επομένως, αυτό το μυθιστόρημα που γράφτηκε πρώτο, που απασχόλησε τους συγγραφείς του όλη τους τη ζωή* και που διαβάζουμε τελευταίο, κλείνει πονηρά το μάτι στον αναγνώστη: είναι το τελευταίο και ταυτόχρονα το πρώτο, η πρώτη δοκιμασία και η τελική (μεταθανάτια) υπογραφή.
Η έμπνευση για το μυθιστόρημα: η αληθινή ιστορία πίσω από την ιστορία
Στις 14 Αυγούστου του 1944, ο Τζακ Κέρουακ και ο Ουίλιαμ Μπάροουζ κατηγορήθηκαν για υπόθαλψη εγκληματία. Ο πρώτος ήταν τότε μόλις 22 χρόνων και ο δεύτερος 34. Ένας φίλος τους ο Lucien Carr, ποιητής και φίλος του Κέρουακ από το πανεπιστήμιο, μαχαίρωσε θανάσιμα έναν άλλο φίλο τους, τον David Kammerer, και πέταξε το πτώμα του στον ποταμό Χάντσον. Για αρκετό διάστημα ο ομοφυλόφιλος Κάμερερ φλέρταρε τολμηρά τον νεαρότερο Καρ δίχως εκείνος να αποκρούει σθεναρά τις ερωτικές του επιθέσεις. Ύστερα όμως από πιέσεις έξι χρόνων είτε ο Καρ κουράστηκε είτε κάποια στιγμή αναγκάστηκε να αμυνθεί απέναντι στον φορτικό του φίλο. Γεγονός είναι ότι την άλλη μέρα του φόνου ο Καρ, με τα ρούχα του καταματωμένα, παρουσιάστηκε στους φίλους του Μπιλ (Μπάροουζ) και Τζακ (Κέρουακ) ζητώντας τη βοήθειά τους. Όταν αργότερα ο Καρ παραδόθηκε μόνος του στην αστυνομία, ο Κέρουακ και ο Μπάροουζ συνελήφθησαν με την κατηγορία ότι απέκρυψαν το έγκλημα.
Ύστερα όμως από λίγους μήνες αυτό το έγκλημα τους απασχόλησε και πάλι. Ο Μπάροουζ και ο Κέρουακ αποφάσισαν να συνεργαστούν στη συγγραφή του μυθιστορήματος που θα είχε ως βάση αυτή την τραγική ιστορία. Συμφώνησαν το ύφος να μιμείται τα επιτυχημένα στερεότυπα των συγγραφέων της μόδας Ντάσιελ Χάμετ και Τζέιμς Κέιν αλλά τελικά, δίχως μάλλον να το συνειδητοποιούν, έγραψαν κάτι πολύ διαφορετικό. Δούλευαν περίπου εναλλάξ, σε πρώτο πρόσωπο, δέκα κεφάλαια ο Μπάροουζ (ως ο μπάρμπαν Ουίλ Ντένισον) και οκτώ ο Κέρουακ (ως ο άεργος ναυτικός Μάικ Ράικο).
* Ο τίτλος του βιβλίου προήλθε από πραγματικό περιστατικό. Ο Μπάροουζ είχε ακούσει ένα πρόσφατο δελτίο ειδήσεων που αναφερόταν σε μια πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει στον ζωολογικό κήπο του Σεν Λούις όπου, ούτε λίγο ούτε πολύ, κάποια στιγμή ο εκφωνητής ξέσπασε σε υστερικές κραυγές φωνάζοντας: Και έβρασαν οι ιπποπόταμοι στη γούρνα τους!
(Στο βιβλίο αντί για ζωολογικό κήπο γίνεται λόγος για τσίρκο – δες σχετικά στο 4ο κεφ. αλλά και στο βιβλίο του Μπάρι Μάιλς, Ουίλιαμ Μπάροουζ El hombre invisible, ελλ. έκδοση Απόπειρα 2008, σ. 58.)
και έβρασαν οι ιπποπόταμοι στις γούρνες τους
Ουίλιαμ Μπάροουζ - Τζακ Κέρουακ
και έβρασαν οι ιπποπόταμοι στις γούρνες τους
Μετάφραση:
Σχήμα: 19,8Χ12,9
Σελίδες: 256
Χρονολογία έκδοσης: Απρίλιος 2009
Εκδόσεις Τόπος