"Θυμόταν το αυτοκίνητο, το μαλακό και δροσερό δέρμα των καθισμάτων, τη βροχή στο παρμπρίζ και τα θαμπωμένα τζάμια όπου έκανε μηχανικά διάφορα σχήματα με την άκρη του δαχτύλου της. Ξανάφερνε στο νου της την πόλη, τα φώτα που συρρικνώνονταν σε κάθε σταγόνα νερού, μετά τους φάρους των αυτοκινήτων, στον αυτοκινητόδρομο. Θα μπορούσε να διηγηθεί με την παραμικρότερη λεπτομέρεια, σαν να βρισκόταν μπροστά σ' έναν ανακριτή η σ' έναν γιατρό, όλα όσα συνέβησαν από τότε. [...]
Δεν ήξερε τι ώρα ήταν. Εδώ και τρία μερόνυχτα δεν ήξερε καθόλου την ώρα, και το φως της ημέρας όπως και το σκοτάδι της νύχτας δεν είχαν πλέον καμία σημασία. Όλα ήταν μπερδεμένα. [...]
Απέναντί της, η μελαχρινή γυναίκα μιλούσε χαμηλόφωνα και έβγαζε έναν ήχο παρόμοιο με μουρμουρητό προσευχών σε εκκλησία.
Άραγε εκείνη, που ήταν και γυναίκα γιατρού επιπλέον, δεν ήξερε ότι η Μπέττυ δεν έπρεπε να πιεί, ότι είχε ήδη πιει πάρα πολύ, ότι σωματικά και ψυχικά είχε φτάσει στα όριά της; Ζούσε ήδη αλλού. Ήταν σίγουρη ότι μια καινούργια ζωή άρχιζε γι' αυτήν, ότι είχε ήδη αρχίσει, ή σχεδόν, αλλά ήταν ακόμη εύθραυστη, ακαθόριστη."
Η ΜΠΕΤΤΥ έχει διαλύσει τη συμβιβασμένη ζωή της, σχεδόν προκαλώντας την καταστροφή της. Βυθίζεται σ' ένα τραγικό ξόδεμα με αλκοόλ και τυχαίους άντρες. Χάνει τον εαυτό της σε ένα παιχνίδι ορίων. Ώσπου μια ώριμη, γοητευτική γυναίκα, η Λωρ, την περιμαζεύει μια νύχτα σ' ένα επαρχιακό εστιατόριο, κι αρχίζει μεταξύ τους μια παράξενη σχέση φροντίδας και εξάρτησης...
Η Μπέττυ είναι από τα ωραιότερα "ψυχολογικά" - "σκληρά" μυθιστορήματα του Σιμενόν, όπως ο ίδιος τα αποκαλούσε. Ο μεγάλος σκηνοθέτης του γαλλικού σινεμά Claude Chabrol γύρισε μια από τις καλύτερες ταινίες του με βάση το βιβλίο, με τη Marie Trintignant και τη Stephane Audran στους κεντρικούς ρόλους, το 1992
Μπέττυ
Georges Simenon
Μπέττυ
Μετάφραση: Αργυρώ Μακάρωφ
Επίμετρο: Marcel Aymé
Σχήμα: 17Χ12
Σελίδες: 208
Εκδόσεις Άγρα